Σάββατο 21 Απριλίου 2012

21η Απριλίου 1967:

21η Απριλίου 1967:
Μίμης Οικονόμου
 Εκείνη την ημέρα ξημέρωσε κάπως διαφορετικά. Κάτι άλλο μου θύμιζε κάτι μακρινό. Σαν την ΚΑΤΟΧΗ. Ο κεντρικός δρόμος  των Τρικάλων η Ασκληπιού, ο πάντα ζωντανός σε κίνηση, μέρα και νύχτα, τώρα ήταν άδειος. Κάποιοι διαβάτες περπατούν βιαστικά να στρίψουν σε κάποιον στενόδρομο.  Έξω από τα γραφεία της Ασφάλειας Τρικάλων μηχανές και κίνηση περίεργη. Μα τι έγινε; Το ραδιόφωνο στο εργαστήριό μου έχει δημοτικά τραγούδια και ο εκφωνητής μας λέει, κηρύχτηκε στρατιωτικός νόμος κατάπασαν την επικράτεια.  Φεύγω βιαστικά να πάω στα γραφεία της ΕΔΑ που ήταν απέναντι από την Κεντρική πλατεία. Εκεί είναι οι μεγάλοι σίγουρα ξέρουν τι πάει να πει αυτό το μήνυμα. Ήταν παλιές καραβάνες είχαν κάνει σαν πολιτικοί κρατούμενοι εξορίες και φυλακές.
Όταν έφτασα βρήκα τον Γιώργο τον Βαρδούλη, τον Βαγγέλη τον Παπαναστάση και άλλους, δεν είχαν πάρει είδηση το ανακοινωθέν. Μόλις τους το είπα ξαφνιάστηκαν και με συμβούλεψαν να κλείσω τα γραφεία της Νεολαίας Λαμπράκη, που ήμουνα τότε γραμματέας της, και να κρυφτό για μία δύο μέρες. Ωραία και που να πάω; 24τράχρονος τότε και μόλις είχα γυρίσει στα Τρίκαλα. Προσπάθησα με ένα μεγαλύτερό μου, τον Αποστόλη Μπαταγιάννη  να βγούμε από την πόλη και να πάμε σε κάποιο χωριό. Είχαν όμως κλείσει τις εξόδους της. Η ώρα πέρασε σχεδόν νύχτωνε και η ώρα, απαγόρευσης της κυκλοφορίας  πλησίαζε. γύρισα στο εργένικο δωμάτιο που έμεινα. Δεν άργησαν να το κυκλώσουν ασφαλίτες και να μου χτυπήσουν την πόρτα. Βγαίνοντας είδα την αφρόκρεμα της τοπικής ασφάλειας να περιμένει Βασίλης Καπερώνης, Γιώργος Λυκουργιάς, Μαυραντωνάκης, Θωμάς Μακρής και άλλοι. Με πήραν με τις πιτζάμες και τις παντόφλες και με πήγαν στην Λέσχη των Λαμπράκηδων, Εκεί ο Διοικητής της Ασφάλειας Σπύρος Παναγιωτόπουλος πριν ακόμα με κατεβάσουν άρχισε να με βρίζει με τα γνωστά επίθετα  Βούλγαρε, Προδότη, Σλαβομακεδόνα, έπεσες στα χέρια μου τελείωσες. Ρίχνοντας μια ματιά, στην ταράτσα της Λέσχης ήταν φαντάροι οπλισμένοι, γύρω από την είσοδό της, τουλάχιστον 30 ασφαλίτες με τα πιστόλια στην ζώνη τους. Ο φόβος με κυρίευσε και με τα σπρωξίματά τους έγινε τρόμος. Ήμουν μόνος, τρομαγμένος και έτοιμος να κάνω ότι μου έλεγαν, Μπήκαν μέσα αλαλάζοντας και άρχισαν να σχίζουν τις φωτογραφίες του τοίχου του Λαμπράκη, του Λουμούμπα των συνθημάτων και προπάντων των βιβλίων μας, και άρχισε και το πλιάτσικο. Πήραν κάτι δώρα χειροποίητα που είχαμε από φυλακισμένους. Ενώ ο φόβος με είχε κυριεύση με πλησίασε ο διοικητής βρίζοντας, τα πόδια μου ήταν έτοιμα να λυγίσουν, με άρπαξε από το σακάκι της πιτζάμας και μου έδωσε το πρώτο σκαμπίλι. Αυτό ήταν, ξαφνικά συνήλθα και ο τρόμος έγινε θυμός τα 30 άτομα μου φάνηκαν λίγοι πολύ λίγοι. Αυτό  τον εξόργισε τον διοικητή και με άλλον βοήθεια μου έσκισε την πιτζάμα, και θα έτρωγα πολύ ξύλο αλλά με έσωσαν δύο παλιοί αστυνομικοί ο Βασίλης ο Καπερώνης και ο Γιώργος ο Λυκουργιά που μπήκαν στην μέση και πήραν από τα χέρια τους. Αργότερα κατά κάποιο τρόπο το πλήρωσαν μετατέθηκαν σε άλλο Νομό. Δεν θα το ανέφερα ποτέ το γεγονός γιατί δεν είναι, επιταγή, για εξαργύρωση. Αλλά τέτοια μέρα κάθε χρόνο θυμάμαι το ύφος και το μίσος του Διοικητή της Ασφαλείας Τρικάλων του Σπύρο Παναγιωτόπουλο και δεν μπορώ να δικαιολογήσω ακόμα και σήμερα το φέρσιμό του. Γιατί σαν αξιωματικός ή ήταν μυημένος στα σχέδια της Χούντας ή έρμαιο των ανδρών του. Όταν και αυτός δεν ήξερε τι του ξημέρωνε, που βρήκε τόσο μίσος και το έβγαλε πάνω μου; Τους τότε χωροφύλακες, ούτε τους θυμάμαι ούτε θέλω να τους θυμάμαι, ούτε τους κρατώ και καμία κακία. Πάντως από εκείνη την βραδιά για πολλούς  σαν και μένα, Έγινε μία ατέλειωτη νύχτα για 7 χρόνια….

Μίμης Οικονόμου


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου